Ο πεσσός υδατογέφυρας στο ρέμα της Λεκάνης, γνωστός ως «Πίττα»
31/07/2017
Το ρωμαϊκό υδραγωγείο της Σπάρτης αποτελεί ένα γνωστό, ωστόσο όχι επαρκώς μελετημένο έργο. Αναφορές του έχουν γίνει από περιηγητές, τα μέλη της Expedition Scientifique de Moree και την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή στις αρχές του 20ου αιώνα. Το 1931 ο Αδαμάντιος Αδαμαντίου σε δημοσίευσή του για τη Σπάρτη έκανε μικρό σχολιασμό του υδραγωγείου και διατύπωσε την άποψη ότι αυτό είχε χρήση μέχρι τα βυζαντινά χρόνια.
Παρουσίαση μεγάλου μέρους της πορείας του υδραγωγείου έγινε το έτος 2000 από τον αρχαιολόγο Αθανάσιο Θέμο, που υπηρετούσε εκείνο το διάστημα στην Αρχαιολογική Υπηρεσία της Σπάρτης, στο πλαίσιο του ΣΤ´ Διεθνούς Πελοποννησιακού Συνεδρίου στην Τρίπολη. Λίγα χρόνια αργότερα, στο πλαίσιο της κατασκευής του αυτοκινητόδρομου «Κόρινθος – Τρίπολη – Καλαμάτα και κλάδος Λεύκτρο-Σπάρτη» είχα την τύχη να συμμετέχω η ίδια στον εντοπισμό και την ανασκαφική έρευνα τμήματος του υδραγωγείου στην περιοχή «Κοπανίτσα» Βορδόνιας, ως συμβασιούχος αρχαιολόγος υπό την εποπτεία της Ε΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Το παραπάνω γεγονός, σε συνδυασμό βεβαίως με τον τόπο διαμονής μου στον οικισμό του Καραβά, όπου και εκτείνεται μεγάλο μέρος του ρωμαϊκού υδραγωγείου, αποτέλεσε για μένα το κίνητρο της περαιτέρω ενασχόλησής μου με το εν λόγω τεχνικό έργο. Έτσι το Νοέμβριο του 2012 συμμετείχα, σε συνεργασία με το συνάδελφο Αθανάσιο Θέμο, στο Διεθνές Συνέδριο «Το Αρχαιολογικό Έργο στην Πελοπόννησο» με σχετική ανακοίνωση με τίτλο «Νέα τμήματα του υδραγωγείου Σπάρτης». Στο παρόν τεύχος της εφημερίδας θα παρουσιαστεί, ωστόσο, μόνο το τμήμα του υδραγωγείου, γνωστό ως «Πίττα».
Η αρχή του υδραγωγείου έχει τοποθετηθεί στη θέση «Βιβάρι», στα διοικητικά όρια της παλαιάς κοινότητας Βορδόνιας, στην ανατολική όχθη του Ευρώτα, στο ύψος της Κονιδίτσας, σε υψόμετρο περίπου 260 μέτρων. Τμήματά του έχουν εντοπιστεί σε πολλά σημεία στην ευρύτερη περιοχή της Βορδόνιας, ωστόσο και στον οικισμό του Καραβά και μάλιστα στα γεωγραφικά όρια κυρίως της περιοχής Καραβά Σουστιάνων (θέσεις «Μαυραϊικα», «Καμάρες», «Καμαρίτσα», «Καμμένοι») είναι ήδη ορατά ορισμένα κατάλοιπα του υδραγωγείου, είτε με τη μορφή κτιστού αγωγού, συχνά λαξευμένου στο φυσικό βράχο, είτε τοξοστοιχίας υδατογέφυρας, ενίοτε μονότοξης.
Το πιο γνωστό και αξιόλογο όμως τμήμα του υδραγωγείου βρίσκεται στο λεγόμενο ρέμα της Λεκάνης, όπου έχουν εντοπισθεί τα υπολείμματα μεγάλης υδατογέφυρας. Ο καλύτερα διατηρημένος πεσσός της σώζεται σε ύψος 11,00 περίπου μέτρων και είναι γνωστός στην περιοχή με την ονομασία «Πίττα», λόγω του κεραμοπλαστικού κοσμήματος στο ανώτερο τμήμα του. Ο πεσσός αυτός είναι σημαντικός, γιατί είναι ο μοναδικός από όλο το υδραγωγείο ο οποίος διασώζει την οπτοπλινθοδομή του ανώτερου τμήματός του. Μάλιστα νοτίως αλλά και βορείως της «Πίττας» είναι ορατά τα ίχνη περισσότερων πεσσών, ανάμεσα στους οποίους η απόσταση υπολογίζεται σε περίπου 4,00 μέτρα. Σε ότι αφορά στα κατασκευαστικά στοιχεία της «Πίττας», η λίθινη βάση του πεσσού έχει ύψος 3,50 μ. και διαστάσεις 2,30 Χ 3,00 μ.. Ο πυρήνας αποτελείται από χυτό υλικό ακατέργαστων λίθων και κονίαμα. Στην εξωτερική επιφάνεια διακρίνονται λίγα εντοιχισμένα μαρμάρινα μέλη σε δεύτερη χρήση, όπως και λιθόπλινθοι παλαιοτέρων κατασκευών. Ανάμεσα στους επεξεργασμένους λίθους της βάσης διακρίνεται σποραδικά η χρήση σειρών από κεράμους, ενώ σε κάποια σημεία διακρίνονται πιθανές επισκευές. Σώζονται επίσης οι γενέσεις των δύο τόξων της κάτω τοξοστοιχίας τα οποία είναι κτισμένα σε τεχνική opus mixtum, με χρήση μονής σειράς πλίνθων. Πάνω από το περιταίνιο με το οποίο ορίζεται η βάση του πεσσού και ανάμεσα στα υπολείμματα των δύο τόξων παρατηρείται ακανόνιστο κτίσιμο με ακατέργαστους λίθους, κατεργασμένους λιθόπλινθους και σειρές από οπτόπλινθους. Επίσης, δύο αντηρίδες διακρίνονται σήμερα από το επίπεδο έναρξης της οπτοπλινθοδομής και πάνω, που στο κατώτερο μέρος τους θα πρέπει να ήταν λίθινες, αλλά σήμερα έχουν καταστραφεί. Το επάνω μέρος του πεσσού είναι κατασκευασμένο από οπτοπλινθοδομή, opus testaceum, με μεγάλου πάχους αρμολόγημα, ενώ στο ανώτερα σωζόμενο τμήμα του δεσπόζει το περίφημο κεραμοπλαστικό κόσμημα, από το σχήμα του οποίου ο πεσσός πήρε την ονομασία «Πίττα». Αξίζει να σημειωθεί ότι, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν έχει συναντηθεί σε υδραγωγείο, δηλαδή σε ένα αποκλειστικά χρηστικό τεχνικό έργο, τέτοιου είδους κεραμοπλαστικός διάκοσμος, ο οποίος φαίνεται ότι έχει δημιουργηθεί κατασκευαστικά in situ. Μάλιστα, το κεραμοπλαστικό κόσμημα δεν βρίσκεται στον άξονα συμμετρίας του πεσσού, αλλά εμφανώς έκκεντρα προς τα αριστερά, ακολουθώντας κατά κάποιο τρόπο και την προς τα αριστερά ελαφρά κλίση της ανατολικής αντηρίδος. Δεν θα μπορούσαμε, επομένως, να αποκλείσουμε και την περίπτωση το κεραμοπλαστικό κόσμημα να «σφραγίζει» μία επισκευή.
Το θέμα της ακριβούς χρονολόγησης του πεσσού και των πιθανών οικοδομικών φάσεών του παραμένει ανοικτό. Φαίνεται, ωστόσο, να επιβεβαιώνεται ένα μεγάλο χρονικό εύρος χρήσης του υδραγωγείου, η αρχική κατασκευή του οποίου τοποθετείται στα ρωμαϊκά χρόνια, όταν η πόλη της Σπάρτης γνώριζε ιδιαίτερη άνθηση και η ανάγκη για ύδρευση της πόλης καθίστατο αναγκαία.
Νίκη Γ. Κουλογεωργίου, Αρχαιολόγος | δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Γεφύρι», φύλλο 32ο