Ένα κείμενο για δύο φίλους…

Μερικές φορές, όσο δύσκολο είναι να θυμηθείς για κάποιους ανθρώπους το πότε τους γνώρισες, άλλο τόσο δύσκολο είναι να ξεχάσεις την ημέρα που τους έχασες. Ένας χρόνος συμπληρώνεται αυτόν τον Αύγουστο από τη στιγμή που αποχαιρετίσαμε δύο καλούς φίλους, το Γιάννη Νικόλαρο και τον Γιώργο Κατσή σε διάστημα λιγότερο της μίας εβδομάδας, στις 4 και 10 αντίστοιχα του τελευταίου μήνα του καλοκαιριού.

Ένα διπλό «φευγιό» δυο νέων ανθρώπων, σχεδόν μισού αιώνα ζωής ο καθένας, που συγκλόνισε και σόκαρε το μικρό μας χωριό και μας βύθισε στη θλίψη. Υπήρξαν και οι δύο ιδρυτικά μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου Καραβά, εκπρόσωποι μιας γενιάς που έμεινε, αγωνίστηκε, υπηρέτησε και δημιούργησε στο χωριό. Ο καθένας με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο? ο Γιάννης μια ζωή εντός του Συλλόγου και ο Γιώργης με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο εκτός, υπηρέτησαν εξίσου το κοινωνικό σύνολο και υπήρξαν ιδιαίτερα αγαπητοί στην μικρή μας κοινωνία.

«Γεια σου Πρόεδρε!»
Από μωρό παιδί θυμάμαι το Γιάννη στο Σύλλογο. Υπηρέτησε το Σύλλογο για περίπου 30 έτη από διάφορα πόστα, από τη θέση του απλού μέλους έως και εκείνη του Προέδρου, για αρκετά μάλιστα χρόνια. Υπήρξε πάντοτε παρών σε όλες σχεδόν τις δραστηριότητες του Συλλόγου και τις εκδηλώσεις που λάμβαναν χώρα στον Καραβά, άλλοτε μπροστάρης κι άλλοτε πιο πίσω, αλλά πάντα ως εργάτης κι απλός εθελοντής.

Το όνομά του, αλλά κυρίως η πληθωρική και χαμογελαστή φυσιογνωμία του συνδυάστηκαν και ταυτίστηκαν έντονα τόσο με το χωριό, όσο και με το Σύλλογο.

Ο Γιάννης διατηρούσε ηλεκτρολογείο αυτοκινήτων στη Σπάρτη στην οδό Τριακοσίων. Το συνεργείο του είχε γίνει σήμα κατατεθέν για συγχωριανούς και φίλους, αφού αρκετοί ήταν εκείνοι που περνούσαν από εκεί είτε για έναν καφέ, είτε για να πουν δυο κουβέντες ή μια καλημέρα.

Υπήρξε άτομο προνοητικό, εργατικό και αρκετά ανοιχτόμυαλο δίνοντας χώρο στη νέα γενιά και τις ιδέες της, την οποία συμβούλευε, στήριζε και βοηθούσε. Το «γεια σου Νικολάκη», που μου έλεγε, μεγαλώνοντας έγινε «γεια σου Πρόεδρε» απόδειξη πως παραμέριζε για να αναλάβουν οι νεώτεροι και έδινε χώρο διακριτικά.

«Γεια σου Πρόεδρε!» μου έλεγε κάθε φορά όταν περνούσα από το συνεργείο για να τον συμβουλευτώ και να συζητήσουμε θέματα του χωριού ή για μια απλή «καλημέρα» κατεβαίνοντας στη Σπάρτη. Κι αυτή η ατάκα είχε γίνει με τον καιρό η περιπαικτική μας στιχομυθία κι ανταπόκριση του ενός στον άλλον.

Κάθε φορά που σκέφτομαι το Γιάννη μου έρχεται στο νου η φωνή του κι αυτή η χαρακτηριστική του ατάκα να βγαίνει χαμογελαστά πίσω από το παχύ του μουστάκι κι εγώ ακόμα περνάω που και που για καμιά «καλημέρα» από το συνεργείο να τ’ ανταπαντήσω...

Εδώ κι ένα χρόνο, στις εκδηλώσεις μας είναι ακόμη «παρών» - και θα συνεχίζει να είναι, καθώς όλοι όσοι ασχολούμαστε με τον Σύλλογο και συνυπήρξαμε μαζί του θα τον αναζητήσουμε συχνά, θα τον φέρνουμε στη μνήμη μας, θα τον μελετούμε και θα τον μιμούμαστε!

Αστεία στην αυλή της γιαγιάς Κανέλλας!
Το Γιώργη τον θυμάμαι μια ζωή ως φίλο του πατέρα μου να συζητούν για τις δουλειές τους, τα χωράφια και τα προβλήματα της αγροτιάς και της καθημερινότητας. Τα τελευταία χρόνια έπιναν μαζί τον πρωινό τους καφέ στο σπίτι μας στο διάλειμμα από τις δουλειές τους. Υπήρξε για την οικογένειά μου ένας πραγματικός φίλος, καθημερινός κι αθόρυβος συμπαραστάτης σε δύσκολες στιγμές.

Ήταν αγρότης, εργαζόμενος κυρίως στο μεροκάματο, όμως όνειρό του ήταν να γίνει πιλότος και χάζευε συχνά τα αεροπλάνα όταν περνούσαν. Δούλεψε για χρόνια κι ως νεροφόρος και για αρκετούς συγχωριανούς υπήρξε ο «άνθρωπος της διπλανής πόρτας», αφού συχνά διευθετούσε ανακύπτοντα προβλήματα.

Λάτρευε πολύ τη φύση και τους θερινούς μήνες αρεσκόταν να αυτομολεί σε διάφορα υψόμετρα στο χωριό παρατηρώντας την ευρύτερη περιοχή με στόχο την πυρασφάλεια? μάλιστα κάποιοι γείτονές του τον χαρακτήριζαν «φύλακα άγγελο» του χωριού μας.

Υπήρξε ανήσυχο πνεύμα κι ιδιαίτερα ευφυής. Ήταν αυτοδίδακτος δεξιοτέχνης στο μπουζούκι αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ επαγγελματικά με αυτό. Ήταν, επίσης, άτομο ιδιαίτερα φιλομαθές καθώς του άρεσε να διαβάζει πολύ αποκτώντας διαρκώς πολύπλευρες γνώσεις πάνω σε αρκετά θέματα.

Ο Γιώργης άκουγε πολύ ραδιόφωνο από το οποίο και ενημερωνόταν. Μάλιστα, ο ίδιος «οργώνοντας» τους μπαξέδες καβάλα στο μηχανάκι του με το τρανζιστοράκι ανοιχτό μέσα στο τελάρο που είχε για καλάθι, αποτελούσε μια χαρακτηριστική φυσιογνωμία και εικόνα για τους κατοίκους του Καραβά.

Κάποια καλοκαιρινά βράδια, όταν βρισκόμασταν στην αυλή της γιαγιάς Κανέλλας, της θείας του, γινόταν η ψυχή της παρέας με τα χωρατά και τα αστεία του. Συχνά οι δυο μας αποτελούσαμε ένα αχτύπητο δίδυμο κάνοντας διάφορες μιμήσεις προκαλώντας το ακατάπαυστο γέλιο των υπολοίπων συνδαιτυμόνων.

Πολλές φορές, στον πρωινό μας καφέ τον ανακαλώ στη μνήμη μου περιμένοντας να αράξει κάπου εκεί κοντά το μηχανάκι με ανοιχτό το τρανζίστορ. Κι όταν καμιά φορά βρισκόμαστε στην αυλή της γιαγιάς Κανέλλας οι μιμήσεις πάνε κι έρχονται συνήθως εις διπλούν σαν να είναι εκείνος μαζί μας παρών...

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Θα μπορούσαν πολλά ακόμη να γραφτούν για τους δυο καλούς μας φίλους, κι ο καθένας που θα επιχειρούσε να γράψει κάτι θα κατέθετε τις δικές του σκέψεις κι εμπειρίες. Όμως ο καθένας μας, ό,τι και να κατέγραφε, πάντα κάτι θα ξεχνούσε. Γιατί οι πιο όμορφες αναμνήσεις ωραίων ανθρώπων θα έρχονται πάντα σε ανύποπτες στιγμές, ταράζοντας με σκληρότητα τη μνήμη μας, προκαλώντας μας, μεταξύ άλλων, κι όμορφα συναισθήματα?

- Νίκος Ι. Καρμοίρης @ εφημερίδα «Το Γεφύρι», Αύγουστος 2015

* φώτο: Ο Γιώργης & ο Γιάννης σε εκδήλωση του Συλλόγου μας το καλοκαίρι του 2013.