Ρεπούση? όπως λέμε Πάγκαλος!

Ελάχιστο καιρό μετά τη δήλωσή της πως «τα θρησκευτικά δεν έχουν θέση στο σύγχρονο Λύκειο» και τις αντιδράσεις που αυτή προξένησε, η Βουλευτής της ΔΗΜΑΡ και αναπληρώτρια καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μαρία Ρεπούση ξαναχτύπησε. Αυτή τη φορά στόχος της ήταν οι «νεκρές γλώσσες» Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά, των οποίων ζήτησε την κατάργηση από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Και ναι, μπορεί οι γλώσσες αυτές να μην ομιλούνται σήμερα, όμως η γνώση τους ή η ελάχιστη έστω επαφή μαζί τους βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση της σύγχρονής μας γλώσσας ή ακόμα πιο σωστά των συγχρόνων μας γλωσσών, των οποίων αποτελούν πρόδρομοι, καθώς και στη διατήρησή τους.

Όταν μάλιστα ερχόμαστε πρώτη φορά σε επαφή με τα αρχαία ή τα λατινικά μάς ρωτούν συνήθως οι καθηγητές για ποιο λόγο θεωρούμε πως τα διδασκόμαστε. Η απάντηση συνήθως είναι εύκολη, ίσως κι αυτονόητη για παιδιά 12 και 15 ετών μαθητές πρώτης τάξης Γυμνασίου και Λυκείου αντίστοιχα. Δεν δύναται λοιπόν μια καθηγήτρια του Α.Π.Θ. να μην γνωρίζει τη χρησιμότητά τους. Μάλιστα, η Βουλευτής της ΔΗΜΑΡ έλαβε ηχηρότατες και τεκμηριωμένες απαντήσεις επί του θέματος και από τον επιστημονικό κόσμο της χώρας. Άρα, λοιπόν, οι παρεμβάσεις αυτές, αν μη τί άλλο, για να προκαλέσουν γίνονται.

Μάλιστα, η κυρία αυτή έχει φροντίσει να προκαλεί πριν ακόμα εκλεγεί Βουλευτής, όντας μέλος της συντακτικής ομάδας του βιβλίου της Στ’ Δημοτικού, το οποίο μιλούσε για συνωστισμό της Σμύρνης. Αργότερα και παράλληλα με την κοινοβουλευτική της πορεία έχει προκαλέσει τόσο με λόγια όσο και με πράξεις. Θρησκεία, σύμβολα και σημαίες, παρελάσεις, χοροί του Ζαλόγγου, κρυφά σχολειά, έξοδοι του Μεσολογγίου έχουν κατά καιρούς βρεθεί προφορικώς στο στόχαστρό της, ενώ η μνήμη της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου δεν έτυχε του σεβασμού της κατά την απόδοση τιμών στην ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων τον Μάιο του 2012.

Αρκετά, βέβαια, από τα γεγονότα της Ιστορίας μας που μπλέκονται ανάμεσα στο μύθο και την πραγματικότητα θα μπορούσαν να τεθούν υπό αμφισβήτηση σε μία επιστημονικού επιπέδου προσέγγιση και κουβέντα. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που οφείλει να διαμορφώνει εθνική συνείδηση, δεν χωρούν τέτοιου είδους συζητήσεις. Κυρίως σε μία χώρα που πολιτισμικά, εκπαιδευτικά κ.ο.κ. βάλλεται διαρκώς από τις διάφορες μορφές της παγκοσμιοποίησης και δείχνει πλέον δυσκολίες ως προς το να αντιδράσει ορθά και ψύχραιμα.

Το παραπάνω είναι ένα θέμα που χωρά, βέβαια, τεράστια συζήτηση κυρίως στους επιστημονικούς κύκλους, και δεν είναι της παρούσης, καθώς το παρόν κείμενο προσπαθεί να πραγματευτεί τους λόγους των δημοσίων προκλήσεων της Βουλευτού της ΔΗΜΑΡ. Η κυρία, λοιπόν, αυτή φαντάζει σαν ένα θηλυκός κι αδύνατος Πάγκαλος.

Όταν ο θρασύς και πληθωρικός πολιτικός πριν από αρκετά χρόνια έλεγε πως η σημαία είναι «ένα πανί που το πήρε ο αέρας», θυμάμαι πως τότε όλοι (αρκετοί έως και σήμερα) ασχολούνταν με τα λεγόμενά του κι όχι με την κρίση των Ιμίων που είχε ξεσπάσει. Μια δεκαετία περίπου αργότερα, όταν έλεγε πως τα «έχουμε φάει όλοι μαζί», ξανά ο κόσμος ασχολήθηκε με τη διάσημη πλέον φράση κι όχι με την οικονομική κρίση που μας είχε ήδη χτυπήσει την πόρτα. Ο Πάγκαλος δεν ήταν ούτε χαζός ούτε αφελής. Αντιθέτως, μοιάζει ιδιαιτέρως έξυπνος. Και τα λεγόμενά του έρχονταν σε ώρες που το πολιτικό σύστημα τα είχε ανάγκη για να καλύψει κοινωνικά ή πολιτικά προβλήματα. Αυτός ήταν ο ρόλος του. Κι όχι μια και δυο φορές. Κάτι σαν διατεταγμένη υπηρεσία...

Τούτο θυμίζουν λοιπόν, οι, κάθε φορά, ξαφνικές κι αναπάντεχες δηλώσεις της Ρεπούση. Διότι, ούτε τούτη είναι χαζή κι αφελής. Μίλησε για κατάργηση των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών κι όλοι ασχολήθηκαν με αυτή και τα λεγόμενά της. Έπαψαν να ασχολούνται με τα υποστελεχωμένα σχολεία, με την κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων, με τις απεργίες, με τα κτηριακά προβλήματα των σχολικών συγκροτημάτων, με κάθε είδους πρόβλημα που αντιμετωπίζουν μαθητές, γονείς, δάσκαλοι και καθηγητές. Έπαψαν να ασχολούνται με το κλείσιμο και την αναστολή λειτουργίας των Πανεπιστημίων της χώρας και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο φοιτητικός και ακαδημαϊκός κόσμος. Το σύστημα βολεύτηκε με τα τις «νεκρές γλώσσες» της Ρεπούση κι όλοι ασχολήθηκαν με το δέντρο χάνοντας για άλλη μια φορά το δάσος?

Μέχρι που ξέσπασε κάτι άλλο πιο δυνατό και σκληρό, με το οποίο ξεχάστηκε κι η Ρεπούση κι οι γλώσσες της και τα παιδιά και τα σχολεία κι οι απεργίες και τα πανεπιστήμια κι οι φοιτητές... Κι η κοινωνία ξεχάστηκε, και το πολιτικό σύστημα αν και δείχνει ανήσυχο ξεφυσά ανακουφισμένο! Γιατί για πολλοστή φορά χάσαμε το δάσος κοιτώντας το δέντρο?

Νίκος Ι. Καρμοίρης